-
1 σφε
σφε ( σφᾰ(ν), σφᾰςᾰν, σφᾰςᾰ(ν); σφε.) 3rd. pers. pron., pl. of ἕ: perhaps reflex. fr. 163: never pl. pro s.1 dat.,a σφι (enclitic), λιπαρὸν κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν (Blepsiadai) O. 8.83 λύρα δέ σφι βρέμεται καὶ ἀοιδά (byz.: σφισι codd.: i. e. τοῖς πρυτάνεσι) N. 11.7 τέρας δ' ἑὸν εἶπέν σφι (the Cretans) Pae. 4.40b σφιν, (before vowel, save N. 6.50 at period end), κέκληνται δέ σφιν ἕδραι i. e. after them O. 7.76ἔγειρ' ἐπέων σφιν οἶμον λιγύν O. 9.47
ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74
γλῶσσαν ἐπεί σφιν ἀπένεικεν ὑπερποντίαν P. 5.59
καί σφιν ἐπὶ γλυκεραῖς εὐναῖς ἐρατὰν βάλεν αἰδῶ P. 9.12
σὺν δ' ἀέθλοις ἐκέλευσεν διακρῖναι ποδῶν, ἅντινα σχήσοι τις ἡρώων, ὅσοι γαμβροί σφιν ἦλθον P. 9.116
παροιχομένων γὰρ ἀνέρων ἀοιδαὶ καὶ λόγοι τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.30
ἐπεί σφιν Αἰακίδαι ἔπορον ἔξοχον αἶσαν N. 6.46
βαρὺ δέ σφιν /νεῖκος Ἀχιλεὺς ἔμπεσε N. 6.50
ἀλλ' οὔ σφιν ἄμβροτοι τέλεσαν εὐνὰν θεῶν πραπίδες I. 8.30
ἔσχον Δᾶλον, ἐπεί σφιν Ἀπόλλων δῶκεν ὁ χρυσοκόμας Ἀστερίας δέμας οἰκεῖν Pae. 5.40
]παντα σφιν ἔφρα[ς Pae. 8.86
]σφιν ἐγειρον[ (Π̆{ac˙}; σπιν Π̆{pc}) Πα. 13. a. 17.c σφίσι(ν),εὔφρων ἄρουραν ἔτι πατρίαν σφίσιν κόμισον λοιπῷ γένει O. 2.14
ἕποιτο μοῖρα καὶ ὑστέραισιν ἐν ἁμέραις ἀγάνορα πλοῦτον ἀνθεῖν σφίσιν P. 10.18
ἐν φρασὶ πάξαιθ' ὅπως σφίσι μὴ κοίρανος ὀπίσω Μέμνων μόλοι N. 3.62
οὐ θαῦμα σφίσιν ἐγγενὲς ἔμμεν ἀεθληταῖς ἀγαθοῖσιν N. 10.50
λάμπει δὲ σαφὴς ἀρετὰ ἔν τε γυμνοῖσι σταδίοις σφίσιν I. 1.23
]σφίσιν μάλα πρᾶξον δικαίως Pae. 8.11
ἀλλαλοφόνους ἐπάξαντο λόγχας ἐνὶ σφίσιν αὐτοῖς (v. αὐτός, 1. d.) fr. 163.d σφισι(ν), ( σφισιν before vowels) encliticαὐτὰ δέ σφισιν ὤπασε τέχναν πᾶσαν O. 7.50
μέλει τέ σφισι Καλλιόπα O. 10.14
κασίγνητοί σφισιν ἀμφότεροι ἤλυθον P. 4.124
μετὰ γὰρ κεῖνο πλευσάντων Μινυᾶν, θεόπομποί σφισιν τιμαὶ φύτευθεν P. 4.69
εἰ γάρ σφισιν ἐμπεδοσθενέα βίοτον ἁρμόσαις διαπλέκοις (Tricl.: σφιν codd.: σύ ἱν Maas) N. 7.98 τέρπονται, παρὰ δέ σφισιν εὐανθὴς ἅπας τέθαλεν ὄλβος Θρ. 7. 7.2 σφε enclitica = αὐτούς. τὸ δ' ἐλάσιππον ἔθνος ἐνδυκέως δέκονται θυσίαι-σιν ἄνδρες οἰχνέοντές σφε δωροφόροι P. 5.86
πίσω σφε Δίρκας ἁγνὸν ὕδωρ I. 6.74
b = αὐτά· τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον (the harness of the victorious chariot) P. 5.39 -
2 καλέω
Aκαλήμεναι Il.10.125
: [dialect] Ion. [tense] impf.καλέεσκον 6.402
; [ per.] 3sg.κάλεσκε A.R.4.1514
: [tense] fut., [dialect] Ion.καλέω Il.3.383
, [dialect] Att. , X.Smp.1.15, etc.; later , al., Ph.1.69, ([etym.] παρα-) D.8.14 codd., SIG656.40 (Teos, ii B.C.), ([etym.] ἐγ-) v.l. in D.19.133, cf. 23.123 codd. ( καλέσω in S.Ph. 1452 (anap.), Ar.Pl. 964, etc., is [tense] aor. 1 subj.): [tense] aor. 1 ἐκάλεσα, [dialect] Ep. ἐκάλεσσα, κάλεσσα, Od. 17.379, Il.16.693 (late [dialect] Ep.ἔκλησα Nic.Fr.86
, late Prose ἐκάλησα Ps.Callisth. 3.35): [tense] pf. , etc.:—[voice] Med., [dialect] Att. [tense] fut. , Ec. 864; in pass. sense, S.El. 971, E.Or. 1140, etc.; later καλέσομαι ([etym.] ἐκ-, ἐπι-) dub.l. in Aeschin.1.174, Lycurg.17: [tense] aor.1ἐκαλεσάμην Hdt.7.189
, Pl.Lg. 937a; [dialect] Ep.καλεσσάμην Il.1.54
, [ per.] 3pl. καλέσαντο ib. 270:—[voice] Pass., [tense] fut.κεκλήσομαι Il.3.138
, A.Th. 698 (lyr.), Pr. 840, etc.;κληθήσομαι Pl.Lg. 681d
, LXXGe.48.6, v.l. in E.Tr.13: [tense] aor.ἐκλήθην Archil.78
, S.OT 1359, Ar.Th. 862, etc.: [tense] pf. κέκλημαι, [dialect] Ep.[ per.] 3pl.κεκλήαται A.R.1.1128
, [dialect] Ion.κεκλέαται Hdt.2.164
; [dialect] Ep. [ per.] 3pl. [tense] plpf.κεκλήατο Il.10.195
; opt.κεκλῄμην, κεκλῇο S.Ph. 119
, : late [tense] pf. κεκάλεσμαι Suid.s.v. κλητή.I call, summon,εἰς ἀγορὴν καλέσαντα Od.1.90
;ἐς Ὄλυμπον Il.1.402
; ἀγορήνδε, θάλαμόνδε, θάνατόνδε, Il.20.4, Od.2.348, Il.16.693: c. acc. only, κεκλήατο (for - ηντο) βουλήν they had been summoned to the council, 10.195: folld. by inf., αὐτοὶ γὰρ κάλεον συμμητιάασθαι ib. 197;καιρὸς καλεῖ.. S.Ph. 466
;κἄμ' ὑπηρετεῖν καλεῖς Id.El. 996
; κ. τινὰ εἰς ἕ, ἐπὶ οἷ, Il.23.203, Od.17.330, etc.;εἰς μαρτυρίαν κληθείς Pl.Lg. 937a
;ἐμὲ νῦν ἤδη καλεῖ ἡ εἱμαρμένη Id.Phd. 115a
; demand, require, : [tense] aor. [voice] Med., καλέσασθαί τινα call to oneself, freq. in [dialect] Ep., Il.1.270, Od.8.43, etc.;φωνῇ Il.3.161
;ἀγορήνδε λαόν 1.54
; call a witness, Pl.Lg.l.c.2 call to one's house or to a repast, invite (not in Il.), Od.10.231, 17.382, al., 1 Ep.Cor.10.27; later usu. with a word added,κ. ἐπὶ δεῖπνον Hdt.9.16
([voice] Pass.), X.Cyr.2.1.30, etc.;ἐς ἔρανον Pi.O.1.37
; ;ὑπὸ σοῦ κεκλημένος Pl.Smp. 174d
, etc.; κληθέντες πρός τινα invited to his house, D.19.196; ὁ κεκλημένος the guest, Damox.2.26.3 invoke,Δία Hdt.1.44
, cf. Pi.O.6.58, A.Th. 223; at sacrifices, Sch.Ar.Ra. 482;μάρτυρας κ. θεούς S.Tr. 1248
, cf. D.18.141:—[voice] Med.,τοὺς θεοὺς καλούμεθα A.Ch. 201
, cf. 216; also ; but ἀράς, ἅς σοι καλοῦμαι which I call down on thee, S.OC 1385:—[voice] Pass., of the god, to be invoked, A.Eu. 417.4 as law-term, summon, of the judge, καλεῖν τινας εἰς τὸ δικαστήριον cite or summon before the court, D.19.211, etc.; simply καλεῖν ib.212, Ar.V. 851, etc.;ἐὰν μὲν καλέσῃ D.21.56
; also ὁ ἄρχων τὴν δίκην καλεῖ calls on the case, Ar. V. 1441:—[voice] Pass., ; πρὶν τὴν ἐμὴν [ δίκην] καλεῖσθαι before it is called on, Ar.Nu. 780;καλουμένης τῆς γραφῆς D.58.43
; but,b of the plaintiff in [voice] Med., καλεῖσθαί τινα to sue at law, bring before the court, Ar.Nu. 1221, al., D.23.63;κ. τινὰ ὕβρεως Ar.Av. 1046
;κ. τινὰ πρὸς τὴν ἀρχήν Pl. Lg. 914c
; ὁ καλεσάμενος the plaintiff, PHal.1.224 (iii B.C.).5 with an abstract subject, demand, require, καλεῖ ἡ τάξις c. inf., CPHerm. 25ii7 (iii A.D.).6 metaph. in [voice] Pass., καλουμένης τῆς δυνάμεως πρὸς τὴν συναναληψίαν called forth, summoned, Sor.1.29.II call by name, name,ὃν Βριάρεων καλέουσι θεοί Il.1.403
, cf. Od.5.273, etc.;κοτύλην δέ τέ μιν καλέουσι Il.5.306
; , cf. A.Pr.86, etc.; ὄνομα καλεῖν τινα call him by a name,εἴπ' ὄνομ' ὅττι σε κεῖθι κάλεον Od.8.550
, cf. E. Ion 259, Pl.Cra. 383b, etc. (in [voice] Pass.,οὔνομα καλέεσθαι Hdt.1.173
, cf. Pi.O.6.56): without ὄνομα, τί νιν καλοῦσα τύχοιμ' ἄν; A.Ag. 1232;τοῦτο αὐτὴν κάλεον Call. Fr. 66b
; ([voice] Pass., τύμβῳ δ' ὄνομα σῷ κεκλήσεται shall be given to thy tomb, E.Hec. 1271); κ. ὄνομα ἐπί τινι give a name to something, Pl.Prm. 147d; but call (a man) a name because of some function, Id.Sph. 218c;κ. τινὰ ἐπὶ τῷ ὀνόματι τοῦ πατρός Ev.Luc.1.59
;ἐπ' ὀνόματος καλεῖν τινα Plb.35.4.11
:—[voice] Pass., to be named or called,Μυρμιδόνες δὲ καλεῦντο Il.2.684
; (lyr.); ὁ καλούμενος the socalled,ἐν τῇ Θεράπνῃ καλεομένῃ Hdt.6.61
;ὁ κ. θάνατος Pl.Phd. 86d
; οἱ τῶν ὁμοτίμων κ. X.Cyr.2.1.9; κεκλημένος τινός called from or after him, Pi.P.3.67;καλεῖσθαι ἐπί τινι LXXGe.48.6
;κέκληνται δέ σφιν ἕδραι Pi.O.7.76
.2 [voice] Pass., to be called, almost = εἰμί, esp. with words expressing kinship or status,ἐμὸς γαμβρὸς καλέεσθαι Od.7.313
, cf. A.Pers.2 (anap.);ἀφνειοὶ καλέονται Od.15.433
; esp. in [tense] pf. [voice] Pass. κέκλημαι, οὕνεκα σὴ παράκοιτις κέκλημαι because I am thy wife, Il.4.61;φίλη κεκλήσῃ ἄκοιτις 3.138
; ; ;σὴ κεκλημένη.. ἦα h.Ap. 324
; ;οὔτινος δοῦλοι κέκληνται A.Pers. 242
, cf. S.El. 366, etc.3 special constructions, a. Ἀλησίου ἔνθα κολώνη κέκληται where is the hill called the hill of Alesios, Il.11.758;ἵνα κριοῦ καλέονται εὐναί A.R.4.115
;ἔνθα ἡ Τριπυργία καλεῖται X.HG5.1.10
, etc.: -so in [voice] Act., ἔνθα Ῥέας πόρον ἄνθρωποι καλέοισιν where is the ford men call the ford of Rhea, Pi. N.9.41, cf. κικλήσκω, κλῄζω, κλέω.b folld by a dependent clause, ἐκάλεσσέ νιν ἰσώνυμον ἔμμεν said that his name should be the same, Id.O.9.63; καλεῖ με πλαστὸς ὡς εἴην πατρί, i.e.καλεῖ με πλαστόν S. OT 780
; καλοῦμέν γε παραδιδόντα μὲν διδάσκειν we say that one who delivers teaches, Pl.Tht. 198b, cf. Smp. 205d;τὰς ἀμπέλους τραγᾶν καλοῦσιν Arist.HA 546a3
. -
3 ἕδρα
a dwelling place of gods or men. ὃν πατέρ' Ἄκρων ἐκάρυξε καὶ τὰν νέοικον ἕδραν Kamarina O. 5.8 ἀπάτερθε δ' ἔχον ἀστέων μοίρας, κέκληνται δέ σφιν ἕδραι (Kamiros, Ialysos, Lindos) O. 7.76 αἵτε ναίετε καλλίπωλον ἕδραν Χαρίτες Orchomenos O. 14.2 Κρόνου παῖδας βασιλῆας ἴδον χρυσέαις ἐν ἕδραις (perhaps seats) P. 3.94τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου P. 11.63
βραχὺς ἐξικέσθαι χαλκόπεδον θεῶν ἕδραν I. 7.44
]ς ἕδραι θε[ Πα. 13c. 7. -
4 καλέω
κᾰλέω (καλεῖ, -έομεν, -έοισι(ν), -έοντι; καλέων; καλεῖν: impf. ἐκάλει: aor. ἐκάλες(ς)ε; καλέσαι: med. & pass. καλέονται, καλεῖσθαι: aor. καλέσαντο: pf. κε̆κληνται; κεκλημένον.)a name, call c. acc. dupl. c. acc. & inf. pend., c. acc., c. gen.τὸ καὶ κατεφάμιξεν καλεῖσθαί μιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον O. 6.56
κέκληνται δέ σφιν ἕδραι are called after them O. 7.76 μάτρωος δ' ἐκάλεσσέμιν ἰσώνυμον ἔμμεν O. 9.63
ἤ τινα Λατοίδα κεκλημένον ἢ πατέρος (i. e. someone called after Apollo or the father, = ? someone like Asklepios or Apollo; interpr. dub., cf. Wil. on Eur. Her., 31) P. 3.67 “θήσονταί τέ νιν ἀθάνατον, Ζῆνα καὶ Ἀπόλλων' Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ Ἀρισταῖον καλεῖν” P. 9.65ἀμφ' ἀκταῖς Ἑλώρου ἔνθ Ἀρείας πόρον ἄνθρωποι καλέοισι N. 9.41
γαῖαν, τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27
καλέοντί μιν (= Δᾶλον) Ὀρτυγίαν ναῦται πάλαι Πα. 7B. 48. θεόν, τὸν Βρόμιον, τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν fr. 75. 10. ὦ μάκαρ, ὅν τε μεγάλας θεοῦ κύνα παντοδαπὸν καλέοισιν Ὀλύμπιοι (Boeckh: καλέουσιν codd. Aristot.) fr. 96. 3. Κρῆτα μὲν καλέοντι τρόπον (Schr.: καλέοισι codd.) *fr. 107b. 2* ἥροες ἁγνοὶ πρὸς ἀνθρώπων καλέονται fr. 133. 6.b call upon, invokeἈλφεῷ μέσσῳ καταβαίς, ἐκάλεσσε Ποσειδᾶν' εὐρυβίαν καὶ τοξοφόρον σκοπόν O. 6.58
εὐρυβίαν καλέων θεόν P. 2.12
κυμάτων ῥιπὰς ἀνέμους τ' ἐκάλει P. 4.195
αἰτέομαι χρυσέαν καλέσαι Μοῖσαν I. 8.5
c call, inviteἐκάλεσε πατὴρ τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον φίλαν τε Σίπυλον O. 1.37
ἀλλ' Αἰακίδαν καλέων ἐς πλόον (sc. Ἡρακλέης) I. 6.35 med., καλέσαντο συνεργὸν τείχεος (sc. Αἰακόν) O. 8.32 c. acc. & inf.,ἔνθα καί νυν ἐπίνομον ἡρωίδων στρατὸν ὁμαγερέα καλεῖ συνίμεν P. 11.8
ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. met., ]ε καλέοντι μολπαὶ [Δᾶλ]ον ἀν' εὔοδμον Pae. 2.96
d frag. ]ση καλεῖν[ Πα. 13b. 12.
Перевод: с греческого на английский
с английского на греческий- С английского на:
- Греческий
- С греческого на:
- Английский